Ο σκύλος με τη λευκή… κάρτα

Εκείνος που πίστεψε ότι το θηλυκό του δικαιούται να κάνει τουλάχιστον μια γέννα, πρέπει να μάθει ότι τουλάχιστον ένα από τα “αζήτητα” σκυλάκια που γεννιούνται, εγκαταλείπεται στο πάτωμα ενός τσιμεντένιου κλουβιού για να πεθάνει, χωρίς να το θέλουν και χωρίς να θέλει κανέναν.

Μια λευκή κάρτα πάνω στη σιδερένια πόρτα, ανακοίνωνε ότι ήταν λυκόσκυλο δύο ετών. Όμως, το τετράποδο πλάσμα που βρισκόταν στο στριμωγμένο κλουβί δεν ήταν ούτε ατρόμητο, ούτε αριστοκρατικό, ούτε περήφανο. Ένας σωρός από δέρμα τύλιγε μια σκελετωμένη μορφή. Δεν είχε ούτε καν τη δύναμη να σηκώσει το κεφάλι του. Αγνόησε την κρεατολιχουδιά. Δεν ήθελε, πλέον, να ζει στον κόσμο των ανθρώπων…

Γιατί;

Αν και είχε στοιβαχτεί σε μια σειρά κλουβιών στα οποία βρίσκονταν σκυλάκια για υιοθεσία, οι κρατικοί υπάλληλοι δεν ενδιαφέρθηκαν να τον εμβολιάσουν. Ένας σκύλος που δεν ήθελε πια κανέναν, αναίσθητος στις μύγες που είχαν στήσει χορό πάνω στο βρόμικο σώμα του. Δεν είχε ελπίδες ν’ αρέσει στους επισκέπτες που έψαχναν ένα σκυλάκι για υιοθεσία. Δεν τον ενδιέφερε πια. Δεν ήθελε να είναι φίλος κανενός. Δεν περίμενε να τον ζητήσει κανείς, εκτός από το θάνατο που κι αυτός δεν βιαζότανε να έρθει.

Δεν μπόρεσα να μη σκεφτώ πώς ήρθε στον κόσμο. Μήπως κάποιος σκέφτηκε ότι η θηλυκιά του δικαιούται να κάνει τουλάχιστον μια γέννα;

Ήταν το υποπροϊόν από ένα οικογενειακό επιμορφωτικό μάθημα του τύπου “Τα παιδιά και το θαύμα της γέννησης”;

Ήταν το χαριτωμένο χριστουγεννιάτικο κουτάβι που πετάχτηκε μαζί με το δέντρο και τα στολίδια; Ή ήταν ένα εκπαιδευτικό βοήθημα που αποκτήθηκε για να διδάξει σε κάποιο παιδί υπευθυνότητα; Ένα σύμβολο κοινωνικής ματαιοδοξίας που η χρησιμότητά του ξεπεράστηκε; Ένα αποτέλεσμα της εσφαλμένης φιλοσοφίας “Τα σκυλιά πρέπει να είναι ελεύθερα και όχι περιορισμένα;”

Ανεύθυνοι “υπεύθυνοι”

Εκείνος που πίστεψε ότι το θηλυκό του δικαιούται να κάνει, τουλάχιστον, μια γέννα, πρέπει να μάθει ότι, τουλάχιστον, ένα από τα σκυλάκια που γεννιούνται, εγκαταλείπεται στο πάτωμα ενός τσιμεντένιου κλουβιού για να πεθάνει, χωρίς να το θέλουν και χωρίς να θέλει κανένα.

Οι γονείς που έδωσαν την ευκαιρία στα παιδιά τους να δουν το θαύμα της γέννησης, δεν αποτελείωσαν το μάθημα. Τα παιδιά τους δεν είδαν το σκοτεινό θαύμα του θανάτου. Πώς, αργά και βασανιστικά, σκοτώνουν αυτό το πλάσμα, που εκείνοι έγιναν αιτία να έρθει στον κόσμο.

Οι πατεράδες, οι οποίοι ήλπιζαν ότι ένα νέο κουταβάκι θα διδάξει την υπευθυνότητα στο βλαστάρι τους, θα έπρεπε να περιμένουν πρώτα να δείξει το παιδί τους σημάδια υπευθυνότητας και μετά να του εμπιστευτούν μια αθώα ζωούλα.

Συγνώμη

Και σ’ αυτό το άψυχο σώμα, πάνω στο κρύο, τσιμεντένιο δάπεδο, τι μπορώ να πω, σε σένα, ταλαίπωρε;

Τι δικαιολογίες να προβάλω για τα όσα έχεις υποφέρει; Τι λόγο να δώσω για την ύπαρξή σου; Όμως, πράγματι, για σένα αυτό δεν έχει πια σημασία, έτσι δεν είναι;

Δεν αισθάνεσαι πια ούτε τα τσιμπούρια που ρουφάνε από τις φλέβες σου τα τελευταία απομεινάρια της ζωής. Δεν αξίζουμε να είμαστε οι καλύτεροί σου φίλοι…

 

 

(αναδημοσίευση κατόπιν αδείας από το περιοδικό «Τα Σκυλιά μας και Εμείς»)

 

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Scroll to Top